22/7
ΑΓΙΑ Μ Α Ρ Κ Ε Λ Λ Α
Τὸ μαρτύριο, ἔμπρακτη ἀπόδειξη
διακαοῦς ἀγάπης πρὸς τὸν Κύριο,
ἔκφραση ζωηροῦ
πόθου γιὰ ταχεῖα συνάντηση μὲ
τὸ Θεό. Ἡ ἀναφορά
μας στὰ μαρτύρια, πηγὴ τόνωσης τοῦ
φρονήματος, πρόκληση, γιὰ μαρτυρικὴ βιοτή, πρόσκληση, γιὰ
θαρρετὴ ὁμολογία πίστεως.
Καὶ
νὰ, μπροστά μας τώρα, μία Ἀγωνίστρια τῆς
ἁγνότητας, μία Ἀθλήτρια τῆς
σωφροσύνης, τὸ ἐγκαλλώπισμα τῶν Μαρτύρων, τὸ
καύχημα τῆς Χίου, ἡ Ὁσιοπαρθενομάρτυς Μ Α Ρ Κ
Ε Λ Λ Α. Μία γυναικεία μορφὴ μὲ
ἀνδρεῖο φρόνημα, ἰσχυρὴ
θέληση, ἀδούλωτη ψυχή. Ἄς τὴν
γνωρίσουμε, λοιπόν.
Πατρίδα της εἶναι
ὁ Βολισσὸς τῆς
Χίου. Οἱ γονεῖς της εἶναι
εὔποροι καὶ Χριστιανοὶ
στὴν πίστη. Ἡ μητέρα της φροντίζει
νὰ ἐμφυτεύσει στὴν καρδιὰ
της τὴ φλόγα τῆς ἀγάπης
στὸ Θεό. Ἡ πίστη ριζώνει μέσα
της. Ἡ γραμμὴ πλεύσεως χαράσσεται ἀνεξίτηλα.
Ἡ μητρικὴ ἀποστολὴ
ὅμως τερματίζεται ἀπροσδόκητα. Ὁ
Κύριος καλεῖ τὴ φλογερὴ μάνα στὸν
Οὐρανό. Τὸ πεδίο δράσεως καὶ
ἀγώνα ἀνοίγεται διάπλατα γιὰ τὴ
Μαρκέλλα. Οἱ ὑποθῆκες τῆς μητέρας της παραμένουν
ζωντανὲς στὴ μνήμη της. Στὸ ὕφος
σοβαρή. Στὸ ἦθος σεμνή. Στὰ αἰσθήματα
καλοπροαίρετη. Στὴν ψυχὴ καλοκάγαθη. Στὴν
καρδιὰ κυρίαρχη. Στὸ Χριστὸ
ἀνήκει. Ἐκεῖνον
ἀγωνίζεται νὰ εὐαρεστήσει.
Τὶς ἐντολὲς Του προσπαθεῖ νὰ
ἐφαρμόσει. Ἀγρυπνεῖ
συχνά. Νηστεύει αὐστηρά. Προσεύχεται ἀδιάλειπτα. Ἐλεεῖ
πρόθυμα. Ἐπαγρυπνεῖ στὶς
αἰσθήσεις. Ἀπονεκρώνει τὸ
σῶμα. Ζωοποιεῖ τὸ
πνεῦμα. Συμμετέχει στὰ Μυστήρια. Χαριτώνεται
στὴν ψυχή. Οἱ ἄνθρωποι
τὴ θαυμάζουν. Ὁ Κύριος τὴν
ἐπιβραβεύει. Ὁ διάβολος τὴ
φθονεῖ. Ἐνσπείρει πονηροὺς λογισμούς, διεγείρει
σφοδρὸ ἔρωτα στὸν πατέρα της. Ἀχαρίτωτος
ἐκεῖνος, ἕρμαιο τῶν
παθῶν του, θέλγεται ἀπὸ
τὸ κάλλος τῆς κόρης του.
Πληγώνεται ἡ καρδιά. Δροῦν οἱ
ὀφθαλμοί. Κατακλύζουν οἱ λογισμοί. Ἀκολουθεῖ
ἡ συγκατάθεση. Ἐναπομένει ἡ
πράξη.
Ἡ
Μαρκέλλα τὸ ἀντιλαμβάνεται καὶ ταράσσεται. Τὸ
διανοεῖται καὶ ἰλιγγιᾶ.
Ἡ ἐπίθεση εἶναι βίαιη. Ἡ
φυγὴ μόνη λύση. Φεύγει καὶ καταφεύγει στὰ
βουνά. Κρύβεται καὶ ἱκετεύει τὸν Κύριο, γιὰ
τὴ διαφύλαξή της. Ἡ καταδίωξη ἄμεση.
Ἡ ἀναζήτηση ἐπίμονη. Τὸ
κρησφύγετο γίνεται ἀντιληπτό. Ἡ Μαρκέλλα τὸ
ἀντιλαμβάνεται καὶ φεύγει. Τρέχει ὁλοταχῶς
σὲ παραθαλάσσιο τόπο. Μία βάτος γίνεται ἡ
κρύπτη της. Ὁ διώκτης πλησιάζει. Τὴν ἀντικρίζει
μέσα στὴν ἄβατη βάτο. Ὁ θυμὸς
φουντώνει. Τὸ πεῖσμα αὐξάνεται. Ἡ
πυροδότηση τῆς βάτου ὕστατο μέσο. Ἡ
Μαρκέλλα τὸ βλέπει, ἐξέρχεται ἀπὸ
πίσω καὶ τρέχει στὴν πεδιάδα. Ὁ
πατέρας τὴν κυνηγᾶ. Ἀδυνατεῖ
νὰ τὴ φτάσει. Ρίχνει βέλος. Τὴν πληγώνει ἐπώδυνα.
Ἀδιαφορεῖ γιὰ
τὸ σωματικὸ πόνο. Σκοπός της ἡ
διαφύλαξη τῆς ἁγνότητας. Τρέχει, τρέχει ἀκατάπαυστα. Οἱ
δυνάμεις της μειώνονται. Ὁ διώκτης καταφθάνει.
Καταφύγιο μοναδικὸ ἡ ἀήττητη δύναμη τοῦ Νυμφίου της.
Προσεύχεται μὲ πόνο. Ἱκετεύει μὲ
θέρμη. Δέεται γοερά. -«Κύριε, ἄς σχισθεῖ, ἄς ἀνοίξει ἡ πέτρα νὰ μὲ δεχθεῖ, νὰ μὲ κρύψει.» Κι ὁ
Κύριος εἰσακούει τὴ δέηση κι εὐθὺς
σχίζεται ὁ βράχος καὶ κρύβεται τὸ
σῶμα της ἕως τὸ
στῆθος. -«Σ’ εὐχαριστῶ, γλυκέ μου Νυμφίε!», ἀναφωνεῖ
μὲ ἀνακούφιση.
Ὁ
πατέρας της καταφθάνει δαιμονιώδης ἀπὸ
τὸν οἶστρο τῆς ἀκολασίας,
ἔξαλλος ἀπὸ
ὀργή. Προσπαθεῖ νὰ
τὴν ἀνασύρει. Ἀδυνατεῖ
καὶ μαίνεται. Ἀνασύρει τὸ
σπαθί, ἀποκόπτει τοὺς μαστούς της καὶ
τοὺς ρίχνει στὸ βουνό. Ἀποτέμνει
τὴν κεφαλή της καὶ τὴ
ρίχνει στὴ θάλασσα. Τὸ σῶμα
της παραμένει ἄφθορο. Ἡ
ψυχὴ της διαφυλάσσεται πάναγνη.
1500 μ.Χ. Ἡ
Μαρκέλλα εἰσέρχεται στὸν Οὐράνιο
Νυμφώνα, γιὰ τὴν
παραλαβὴ τοῦ ἀφθάρτου στεφάνου τῆς νίκης, μὲ
πορφυρένιο τὸν παρθενικὸ χιτώνα.
Ἡ ἁγνότητα διαφυλάχτηκε. Ἡ σωφροσύνη κυριάρχησε.
Ἡ διάπυρος ἀγάπη πρὸς
τὸν Κύριο ὑπερίσχυσε.Ἡ
Μαρκέλλα κατατάσσεται στὸν πανευκλεή Χορὸ
τῶν Ὁσιοπαρθενο-μαρτύρων καὶ θαυματουργεῖ
πλούσια. Ἀπὸ τὴν πέτρα, ποὺ δέχθηκε καὶ
ἀπέκρυψε τὸ σῶμα
της, ὅταν ψάλλεται ἡ Ἀκολουθία
της, βγαίνουν ἀτμοὶ καὶ οἱ γύρω μαῦρες πέτρες γίνονται
κόκκινες.
Ἁγία τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.-