ἍγιοςἘλευθέριος,
Ἐπίσκοπος Ἰλλυρικοῦ, Ἱερομάρτυρας.
Μία ἀπὸ τὶς ἐξέχουσες μορφές, μέσα στὴ
Χορεία τῶν Ἱερομαρτύρων, ποὺ κοσμοῦν τὴ Θριαμβεύουσα Ἐκκλησία, εἶναι καὶ ὁ
Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Ἐλευθέριος. Μία μορφή, ποὺ ἀπὸ μικρὴ ἡλικία δίνεται στὴν
ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ. Μία προσωπικότητα ὁλοκληρωμένη, δυναμική, γεμάτη ἀρετὴ
καὶ σοφία, πίστη καὶ ἀγάπη στὸ Θεό. Ἕνας ἔνθερμος καὶ φλογερὸς
ἀκόλουθος τοῦ Ἰησοῦ. Μία καρδιὰ φλεγόμενη ἀπὸ ἀγάπη γιὰ Ἐκεῖνον.
Γεννιέται στὴν κοσμοκράτειρα Ρώμη, στὰ
μέσα του 2ου μ.Χ. αἰῶνα. Οἱ γονεῖς του εἶναι εὐγενεῖς καὶ πλούσιοι, ἀλλὰ καὶ
βαθιὰ εὐσεβεῖς. Ἡ μητέρα του Ἀνθία, ἀφοῦ
διδάσκεται τὴ χριστιανικὴ πίστη ἀπὸ τοὺς ζηλωτὲς μαθητὲς τοῦ Ἄπ. Παύλου,
φροντίζει νὰ ἐνσταλλάξει τὸ μύρο τῆς πίστεως στὴ γόνιμη παιδικὴ ψυχὴ τοῦ
Ἐλευθερίου. Παλικάρι πιά, εἶναι στολισμένος μὲ τὰ διαμάντια τῆς ἀρετῆς. Γι’
αὐτὸ κι ἀξιώνεται στὰ 15 χρόνια του νὰ γίνει Διάκονος, στὰ 17 Ἱερέας καὶ στὰ 20 Ἐπὶσκοπος.
Γεμάτος φλόγα καὶ ζῆλο, μὲ τὴ διδασκαλία
του συναρπάζει τὸ λαὸ καὶ ὁδηγεῖ πολλὲς ψυχὲς κοντὰ στὸ Θεό. Οἱ ἐπιτυχίες του
προκαλοῦν τὸ φθόνο τοῦ σφοδροῦ πολέμιου τοῦ Χριστιανισμοῦ, τοῦ βασιλιὰ
Ἀντωνίνου. Στέλνει τὸ στρατηλάτη Φήλικα, μὲ μία ὁμάδα στρατιωτῶν, νὰ συλλάβει
τὸν Ἐλευθέριο μέσα στὸ Ναό. Τὸ κήρυγμα ὅμως, τοῦ πορθητοῦ τῶν ψυχῶν Ἐλευθερίου,
σαγηνεύει τὴν καρδιὰ τοῦ Φήλικα, τὴ μεταστρέφει καὶ ἀπὸ διώκτης γίνεται
μαθητής.
Ὁ
Ἅγιος τὸν κατηχεῖ στὴν πίστη, τὸν βαπτίζει καὶ μαζὶ κατευθύνονται στὸ βασιλιά.
Ἐκεῖ ὁ Ἐλευθέριος δέχεται προκλητικὲς
ὑποσχέσεις, γιὰ νὰ
θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ἡ ὁμολογία του ὅμως εἶναι
κατηγορηματικὴ καὶ συντριπτική, θαρραλέα καὶ ἀμετάκλητη. Τὰ βασανιστήρια
ἀρχίζουν. Βαδίζει τὸ δρόμο τοῦ μαρτυρίου. Ἡ ψυχὴ του ὅμως, ἀτρόμητη,
ἀντιμετωπίζει κάθε εἶδος βασανιστηρίου. Τὸν ξαπλώνουν σὲ πυρωμένο χάλκινο κρεββάτι, ἀλλὰ σηκώνεται
ὄρθιος καὶ ἀβλαβής.Τὸν ἐπανατοποθετούν στὴ σχάρα, χύνοντας πάνω του λάδι, ἀλλὰ
ἡ φωτιὰ σβήνει. Τὸν ρίχνουν σὲ καζάνι μὲ
λίπος, κερὶ καὶ πίσσα, γιὰ νὰ βράσει, ἀλλά, μὲ θεϊκὴ ἐπέμβαση, ἡ φωτιὰ γίνεται
δροσιὰ καὶ ὁ Μάρτυρας μένει ἀνέγγιχτος. Ὁ τύραννος ἐξοργίζεται καί, κατὰ
συμβουλὴ τοῦ πολυμήχανου ἔπαρχου Κορὲμωνα, τὸν ρίχνουν σὲ χάλκινο κλίβανο, μὲ
καρφωμένα σίδερα στὸ ἐσωτερικό του. Ὁ Ἅγιος παραμένει ψύχραιμος. Ἔχει διαρκῆ
ἐπαφὴ μὲ τὸν Οὐρανὸ καὶ παρακαλεῖ, γιὰ τὴ σωτηρία καὶ τῶν διωκτῶν του. Τότε ὁ
Κύριος ἁρπάζει τὸν Κορέμωνα καὶ τὸν κάνει Χριστιανὸ καὶ Μάρτυρα. Ἀντλεῖ δύναμη
ὁ Ἐλευθέριος ἀπὸ Ἐκεῖνον, ποὺ γιὰ τὴν ἀγάπη Του ὑποφέρει. Γι' αὐτό καὶ ὅταν
μπαίνει στὸν κλίβανο, ἡ φωτιὰ σβήνει καὶ τὰ σίδερα στρέφουν πρὸς τὰ πίσω τό ὀξὺ
μέρος τους. Ὅλοι βλέπουν καὶ θαυμάζουν τὸ γεγονός. Τὸν ρίχνουν στὴ φυλακή, ἀλλὰ
καὶ ἐκεῖ ὁ Θεὸς φροντίζει νὰ τὸν τρέφει μὲ δικό του ἀπεσταλμένο, τὸ περιστέρι.
Ὁ τύραννος καταντροπιασμένος δίνει διαταγὴ καὶ
δένουν τὸν Ἅγιο πίσω ἀπὸ δύο ἄγρια ἄλογα. Ἀλλ' ὁ Θεὸς ἡμερεύει τὰ ἄλογα, βάζει
στὴν ἅμαξα τὸν Ἅγιο καὶ τὸν πηγαίνει σ' ἕνα βουνό, ὅπου Τὸν ὑμνολογεῖ.Τὰ θηρία
τὸν κυκλώνουν καὶ μένουν ἄγρυπνοι φύλακες κοντά του. Καὶ ὅταν πηγαίνουν στρατιῶτες νὰ τὸν συλλάβουν, ὁρμοῦν νὰ τοὺς κατασπαράξουν. Ἀλλ' ὁ Ἅγιος τούς γλυτώνει, τοὺς νουθετεῖ καὶ πολλοὶ πιστεύουν στὸ Χριστό. Ἐπιστρέφοντας στὴ Ρώμη ὁ βασιλιὰς διατάζει νὰ τὸν ρίξουν σὲ ἄγρια πεινασμένα θηρία. Ἀλλὰ καὶ πάλι τὰ θηρία δὲν τὸν ἀγγίζουν. Ἔτσι, ἀποκαμωμένος πλέον, τὸν ἀποκεφαλίζει. Ἡ γενναία ψυχὴ του ἀφήνει τὸ μαρτυρικὸ σῶμα καὶ φτερουγίζει στὶς Οὐράνιες Σκηνές.
Ἡ μητέρα του Ἀνθία, ποὺ παρακολουθεῖ τὸ μαρτύριο τοῦ παιδιοῦ της, ἡρωΐδα στὴν ψυχή, δέχεται καί αὐτὴ τὸν ἀποκεφαλισμό. Οἱ πιστοὶ θάβουν τὰ ἅγια λείψανα τοῦ Ἱερομάρτυρα Ἐλευθερίου στὴν ἕδρα τῆς ἐπισκοπῆς, τὴνΑὐλώνα. Ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὸν Πρωταθλητή της στὶς 15 Δεκεμβρίου.-
Ελ.
Α. Κλ.
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ. Ἦχος πλ. α΄ (Τὸν συνάναρχον Λόγον)
Ἱερέων ποδήρει κατακοσμούμενος,
καὶ αἱμάτων τοῖς ρείθροις ἐπισταζόμενος, τῷ Δεσπότῃ σου Χριστῷ μάκαρ ἀνέδραμες, Ἐλευθέριε σοφέ, καθαιρέτα τοῦ Σατᾶν. Διὸ μὴ παύση πρεσβεύων, ὑπὲρ τῶν πίστει τιμώντων, τὴν μακαρίαν σου ἄθλησιν.-
ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ.
Τῆς ἐλευθερίας
τῆς ἐν
Χριστῷ, τοῖς δεδουλωμένοις, χρηματίσας μυσταγωγός, κληρονόμος ὤφθης,
Σιών τῆς ἐλευθέρας,
ἄθλήσας, Ἐλευθέριε, ὡς ἀσώματος.-