Τετάρτη 10 Ιουλίου 2019

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ ὁ Ἁγιορείτης.



ΟΣΙΟΣ  ΠΑΪΣΙΟΣ    Ἁγιορείτης.

                               
Στὸν ὁσιακὸ  Χορὸ  τῆς  ἐπουράνιας  Βασιλείας συναριθμεῖται καὶ ὁ Ἀθλητὴς τῆς ἄσκησης, ὁ πύκτης στὴ γήϊνη ἀρένα,ὁ νικηφόρος Ἀθλητής, ὁ Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης.
        Γόνος τῆς Καππαδοκίας τῆς Μ. Ἀσίας ὁ κατὰ κόσμον Ἀρσένιος  Ἐζνεπίδης. Γεννιέται  στὰ Φάρασα στὶς 25 Ἰουλίου 1924 ἀπὸ τοὺς πανευλαβεῖς  πολύτεκνους γονεῖς  του: Πρόδρομο καὶ Εὐλαμπία. Δέχεται ἀπὸ μικρᾶς ἡλικίας  τὰ νάματα τῆς πίστεως και της  ἀγάπης στὸ Θεό. Εἶχε τὴν εὐλογία νὰ δεχθεῖ τὸΒάπτισμα ἀπὸ τὸν σεβάσμιο Ἅγιο Ἀρσένιο Χατζηεφεντὴ τὸν Καππαδόκη δίδοντάς του τὸ ὄνομά του Ἀρσένιος.
        Ὁ Ἀρσένιοςκαὶ μετέπειτα Παΐσιος ὑπῆρξε "ἐκ κοιλίας μητρὸς"σκεῦος  ἐκλογῆς τοῦ  Παναγίου Πνεύματος.Ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸ Χριστὸ καὶ τὴν Παναγία  μας  πλημμύριζε τὸ εἶναι του. Κι ὁ πόθος του  γιὰ  τὴ Μοναχικὴ  ἰσάγγελη  πολιτεία  διακαής.Ἡ προσευχὴ διαρκής ἐνασχόλησή του.

         Βρίσκεται  μὲ τὴν οἰκογένειά  του  στὴν  Κόνιτσα, τελειώνει τὸ  Δημοτικὸ  Σχολεῖο καὶ ἐργάζεται, ὡς ξυλουργὸς, ἔντιμα καὶ φιλάνθρωπα.
         Τὸ 1945 κατάσσεται στὸ στρατὸ ὡς ἀσυρματιστὴς καὶ διακρίνεται  γιὰ τὴ φιλοπατρία, τὴ γενναιότητα, ἀλλὰ καὶ τὸ ἦθος του. Ἡ ἑκούσια ἀναπλήρωση συστρατιωτῶν του μὲ οἰκογενειακὲς  ὑποχρεώσεις  πρόθυμη καὶ  ὑποδειγματική, ριψοκίνδυνη καὶ θυσιαστικὴ ἐκδήλωση ἀγάπης.
         Τὸ 1949 ἀπολύεται καὶ ἀναχωρεῖ ἄμεσα γιὰ τὸ ἍγιοὌρος πρὸς ἐκπλήρωση τῆς μύχιας ἀμετάκλητης ἐπιθυμίας του. Ἡ Σκήτη τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος,τὸ κελλὶ τῶν Εἰσοδίων τὸν δέχεται.Ἐκεῖ συναντᾷ τὸν ἐνάρετο π.Κύριλλο, βιαστή τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, πρότυπη ἀσκητικὴ μορφὴ καὶ θέτει τὶς βάσεις τῆς Μοναχικῆς του πορείας.
Τὸ  1950, ὑπακούει  καὶ  μεταβαίνει στὴν Ἱερὰ Μονὴ  Ἐσφιγμένου ὅπου καὶ  τὸ 1954 ρασοφορεῖται  καὶ μετονομάζεται Ἀβέρκιος. Ἐπιδίδεται σὲ ἀναντίρρητη ὑπακοή, σὲ ἀδιάλειπτη προσευχή,σὲ ἐνδοσκόπηση αὐστηρή, σὲ αὐτομεμψία ἀδέκαστη,σὲ βὶωση τῆς ταπεινοφροσύνης.Καθημερινὰ ἐπαυξάνει τὴν ἀγάπη του στὸ  Θεό,νιώθοντας πανευγνωμοσύνη γιὰ τὶς ἀναρίθμητες εὐεργεσίεςΤου καὶ παράλληλα ἐκδηλώνεται φιλότιμα,μὲ πράξεις ἀγάπης καὶ ἀλληλεγγύης στοὺς ἀδελφούς του. Κινεῖται  ταπεινά  καὶ ἀθόρυβα,ἀκατάκριτα καὶ ἐπικαλυπτικὰ στὶς πτώσεις τους,ἀναλαμβάνοντας τήν εὐθύνη καὶ θεωρώντας τὸν ἑαυτὸ του ὑπαίτιο.  Ἀρνεῖται τὸν λογισμό του,ἀπαρνεῖται τὸ δικό του θέλημα,ἐπιζητεῖ συμβουλὲς καὶ ἐνεργεῖ  ταπεινά. Μελετᾷ  τὴν Ἁγία Γραφή, ἐντρυφᾶ στὰ Συναξάρια τῶν Ἁγίων, ἀδολεσχεῖ στοὺς λόγους τοῦ Ἀββᾶ  Ἰσαάκ τοῦ Σύρου καὶ σὲ θεόσοφα Γεροντικά, προσεγγίζει πνευματικὰ ἀναστήματα, συμβου-λεύεται ἐποικοδομητικὰ καὶ ἐμπλουτίζει τὴν πολεμικὴ φαρέτρα του.Δίνει μάχες αἱματηρές, ἀλλὰ κερδίζει  νίκες πνευματικές.
       Τὸ 1954 μεταβαίνει στὴνἹερὰΜονὴ Φιλοθέου καὶ ὑποτάσσεται στὸν  εὐλαβὲστατο ἀθλητὴ  τοῦ  πνεύματος π. Συμεὼν ἀπὸ  τὸν ὁποῖο τὸ  1956 λαμβάνει  τὸ Μικρὸ Ἀγγελικὸ Σχῆμα καὶ μετονομάζεται Παΐσιος.
       Ὁ ἀγώνας συνεχίζεται ἀδιάπτωτα. Στόχος του ἡ βίωση τῆς ταπείνωσης καὶ  τῆς μετάνοιας, τῆς ἀγάπης καὶ τῆς δημιουργίας καλῶν λογισμῶν, ὥστε νὰ τὸν ἐπισκιάζει διαρκῶς ἡ ΘείαΧάρη καὶ ἡ βιοτή του νὰ εὐαρεστεῖ  τὸν  Λατρευτό τῆς  καρδιᾶς  του, τὸν Κύριο.
    Τὸ 1958 ἔρχεται στὸΣτόμιο τῆςΚόνιτσας γιὰ δράση ἱεραποστολική. Ἐκεῖ κατατροπώνει τοὺς αἱρετικοὺς προτεστάντες καὶ κερδίζει πολυάριθμες ψυχὲς γιὰ τὸ Χριστὸ.
       Τὸ 1962 ἀναχωρεῖ γιὰ τὸ Σινὰ καὶ διαμένει στὸ κελλὶ τῶν Ἁγίων  Γαλακτίωνοςκαὶ Ἐπιστήμης. Κι ἐκεῖ συμβουλεύει καὶ παραμυθεῖ, ξυλογλυπτεῖ  καὶ  διατρέφει τοὺς Βεδουΐνους.
            Τὸ 1964 ἐπιστρέφει στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἐγκαθίσταται στὴ Σκήτη τῶν Ἰβήρων καὶ στὸ κελλὶ τῶν Ἁγίων Ἀρχαγγέλων.
           Τὸ 1966 ὁ Γέροντας δέχεται  τὴν ἐπίσκεψη  τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ἀσθέ-νεια. Τότε  ἀρχίζει ἡ διακονικὴ γνωριμία μὲ τὸ Ἱερὸ Ἡσυχαστήριο Ἁγίου Ἰωάννου Θεολόγου στὴ Σουρωτὴ  καὶ  ἀναπτύσσονται ἀκατάλυτοι πνευματικοὶ  δεσμοί.
            Τὸ 1967 πηγαίνει στὰ Κατουνάκια καὶ διαμένει  στὸ κελλὶ τοῦ Ὑπατίου  καὶ  ζεῖ  "μόνος  μὲ  μόνο  το Θεὸ" καὶ βιώνει  θεϊκὲς  ἐπισκέψεις καὶ παραμυθίες.
             Τὸ 1968 πηγαίνει στὴν Ἱερὰ Μονὴ Σταυρονικήτα καὶ προσφέρεται διακονικὰ καὶ ποικιλότροπα. Ἐκεῖ συναντᾷ τὸν ἀσκητὴ π. Τύχωνα   καὶ δέχεται  τὴν αὔρα τῶν θεὸπνευστων λόγων  του, καθὼς  καὶ τὴν κουρὰ  τοῦ  Μεγάλου  Ἀγγελικοῦ  Σχήματος. Ἀνάμεσά  τους  ἀναπτύσσεται ἄδολη θερμὴ ἀγάπη,καρπὸς τῆς ἀγαπητικῆς σχέσης τουςμε τὸν Θεό. Καὶ  μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ π. Τύχωνα  τὸ 1968 παραμένει στὸ κελλὶ ἀγωνιζόμενος καὶ τὸ 1979  προσέρχεται στὸ "Κάθισμα" Παναγούδα, κελλὶ  τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κουτλουμουσίου.
            Ἐδῶ ἀνοίγεται  εὐρὺ πεδίο δράσης, ἀφοῦ  ἔγινε  πλέον  πανίσχυρος  πόλος  μαγνητικὸς καὶ προσήλκυε  ἀπειράριθμες "εἰκόνες τοῦ Θεοῦ". Πλῆθος λαοῦ τὸν ἐπισκὲπτονταν ἀκατάπαυστα καὶ λάμβαναν  ἐνίσχυση καὶ  ἐνδυνάμωση, μὲ  τὸν  προορατικὸ λόγο, ἀλλὰ καὶ  μὲ  τὴν σιωπή. Μὲ γεμάτες τὶς "πνευματικὲς μπαταρίες" ἐπέστρεφαν στὸν ἀγώνα τῆς καθημερινότητας.
        Ἡ παρουσία του συχνὴ καὶ στὴ Θεσσαλονίκη.Ἡ ἄφιξή του σήμαινε συναγερμό. Πονεμένοι ἄνθρωποι, ἀγωνιστὲς τῆς ζωῆς τὸν πλησίαζαν γιὰ νὰ δεχθοῦν  συμβουλή, παρηγορία, ἀλλὰ καὶ θεραπεία. Ὁ ἴδιος φιλάσθενος, ἀλλὰ χαρούμενος, γιατί συνὲπασχε μὲ τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ.
         Τρίτη 12 Ἰουλίου 1994. Οἱ δοκιμασίες, ὁ ἀγῶνας, ἡ ἀσκητικὴ ζωή, ἡ  θυσιαστικὴ  προσφορὰ  ἀγάπης  ἔφθασε στὸ τέλος. Ἡ ψυχὴ του ἀνεχώρησε γιὰ τὰ Οὐράνια Σκηνώματα, κοντὰ στὸν Λατρευτό  του Νυμφίο, ποὺ μὲ πάθος ἀγάπησε σ' ὅλη του τὴ γήϊνη ζωή,γιὰ νὰ παραλάβει τὸν ἄφθαρτο στέφανο τῆς νίκης καὶ νὰ εὐφραίνεται αἰώνια. Ἀπὸ ἐκεῖ πρεσβεύει ἀδιάλειπτα γιὰ τοὺς ἀδελφοὺς στὴ γῆ, ἀναμένοντάς τους ἐναγώνια.
       Τὸ  σῶμα του  ἐνταφιάστηκε  στὴν Ἱερὰ  Μονὴ Ἁγίου Ἰωάννου  Θεολόγου στὴ Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης.
        Ἡ ἁγιοκατάταξή του στὸ Ἁγιολόγιο τῆςἘκκλησίας μᾶς ἔγινε ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο στὶς 13 Ἰανουαρίου 2015.
        Τὸν τιμᾶμε στὶς 12 Ἰουλίου.-
Μεγαλυνάριον
Χαίροις τῶν Ὁσίων ὁ κοινωνός, Ἄθωνος τὸ κλέος, μοναζόντων ὁ στολισμός, χαίροις Ἐκκλησίας, διδάσκαλος ὁ νέος, Παΐσιε θεόφρον, ἡμῶν τὸ καύχημα.-