ΟΣΙΟΣ Σ Ι Σ
Ω Η Σ ὁ
Μέγας.
-Ὁ ἐπίγειος ἄγγελος.-
Στὸ
χῶρο τῆς ὁσιακῆς
ζωῆς προσέρχονται ὅσοι ἀγαποῦν πολὺ τὸν
Κύριο. Αὐτοὶ ἀπαντοῦν καταφατικὰ στὴν πρόσκληση τοῦ Ἰησοῦ: «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν, καὶ ἀράτω
τὸν σταυρὸν αὐτοῦ,
καὶ ἀκολουθείτω μοι»
(Μαρκ. η΄, 34). Λένε «ΝΑΙ» καὶ ρίχνονται σ' ἕναν ἀδυσώπητο ἀγώνα κατὰ
τοῦ
ἑαυτοῦ
τους, κατὰ
τοῦ
κόσμου, κατὰ
τοῦ
σατανᾶ.
Πολεμοῦνται
καὶ
πολεμοῦν.
Πληγώνονται, ἀλλὰ δὲν
πτοοῦνται.
Δίνουν μάχες καὶ
σημειώνουν νίκες. Μὲ
θώρακα τὴν
πίστη, μὲ
ἄγκυρα τὴν
ἐλπίδα, μὲ
ὅπλα τὴν
ἀγάπη καὶ
τὴν
ταπείνωση, τὴν
προσευχὴ
καὶ
τὴ
νηστεία, ἀντιμάχονται
τὶς
σκοτεινὲς
δυνάμεις, «δίνουν αἷμα
καὶ
παίρνουν πνεῦμα», ἀνέρχονται
τὶς
βαθμίδες τῆς
τελειότητας κι ἐπιτυγχάνουν
τὸ «καθ'
ὁμοίωσιν».Οἱ Ὅσιοι,
ἄμεσοι κοινωνοὶ Χριστοῦ, θεοποιημένες εἰκόνες Θεοῦ. Στὴν ἀτέλειωτη
στρατιὰ τους οἱ «Μεγάλοι» διακρίνονται. Ἐκεῖνοι,
ποὺ ἔδωσαν πολλὰ καὶ πῆραν
πολλά. Ἐκεῖνοι, ποὺ πρόσφεραν τὰ πάντα καὶ κατέκτησαν τὰ πάντα. «Οἱ
μηδὲν
ἔχοντες καὶ τὰ
πάντα κατέχοντες» (Β΄
Κορ. στ΄ 10) κατὰ τὸν Ἀπ. Παῦλο.
Ὅσιος Σ Ι Σ Ω Η Σ ὁ
Μέγας, στὸ προσκήνιο. Τὸ καύχημα τῶν Μοναζόντων, τὸ ἀγλάϊσμα
τῶν
Ἀγγέλων.Ἡ
χαρμονὴ
τοῦ
Θεοῦ.
Ἄγγελος ἐπίγειος.
Ἄνθρωπος Οὐράνιος. Ταπείνωσης ὑπόδειγμα. Ἐγκρατείας ὑπογραμμός. Ἄσκησης ὑπέρμαχος.
Ἀγάπης ἐκφραστής.
Ἀπὸ
μικρῆς ἡλικίας δείχνει ἀγαπητική διάθεση πρὸς τὸ Θεό. Τὸ χωράφι τῆς ψυχῆς του ἀρδεύεται
ἀπό τὴ θεία Χάρη. Ἡ ἀγάπη
στὸν ἄνθρωπο αὐξάνεται. Ἡ ἀγάπη
στὸ Θεὸ κορυφώνεται. Ὁ πόθος τῆς ἐρημικῆς ζωῆς ἐκδηλώνεται.
Οἱ δυνάμεις σφυγμομετροῦνται. Ἡ πίστη θερμομετρεῖται. Ἡ λαχτάρα γιὰ κοινωνία μὲ τὸ Θεὸ ἀποκαλύπτεται.
Ἡ ἐξόρμηση
γιὰ τὴν ἀναζήτηση
τοῦ Νυμφίου τῆς ψυχῆς πραγματοποιεῖται. Ἡ τερπνότητα τοῦ κόσμου ἐγκαταλείπεται. Τὰ θέλγητρα τῆς ματαιότητας μηδενίζονται. Ἡ φυγὴ ἐπιτελεῖται. Ἡ αὔλιση συντελεῖται.
Ὁ Σισώης, πολίτης τῆς ἐρήμου,
ὑποψήφιος οἰκιστής τοῦ Παραδείσου. Ἡ ἀγγελικὴ ζωὴ ἀρχίζει
στὴ γῆ γιὰ νὰ
συνεχισθεῖ στὸν Οὐρανό.Ὁ στίβος τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς ἀνοίγεται.
Ἡ ὑπερφυσικὴ ζωὴ ἐπιδιώκεται.
Οἱ ἀγῶνες ἀρχίζουν. Οἱ προσπάθειες τιτάνιες. Οἱ μάχες σκληρές. Τὸ σῶμα
κυριαρχεῖται. Τὸ πνεῦμα κυριαρχεῖ. Ἡ
διαρκὴς ἐπίκληση τοῦ Ὀνόματος
τοῦ 'Ιησοῦ μαστίζει
τοὺς δαίμονες, ἐξαγιάζει τὸ στόμα, καθαρίζει τὴν
ψυχή, φωτίζει τὸ νοῦ, ἑλκύει
τὸ ἔλεος
τοῦ Θεοῦ.Ἡ ἐγκράτεια
ἄτεγκτη. Ἡ
νηστεία αὐστηρή.
Ἡ ἀγρυπνία
συνεχής. Ἡ
μνήμη τοῦ
Θεοῦ ἀνελλιπής.
Χαρακτηριστικὴ ἡ
στάση του μπροστὰ στὸν τάφο τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου, τοῦ ἐνδόξου
βασιλιᾶ. Φρίττει στὸν
ἀναλογισμό τῆς παροδικότητας τοῦ χρόνου, τῆς προσκαιρότητας τῆς δόξας. Λυπᾶται βαθιά, θρηνεῖ εἰλικρινά,
ὀδύρεται γοερά καὶ συλλογίζεται:«Σὲ
ἀντικρίζω, τάφε καὶ δειλιάζω καὶ χύνω καυτά, καρδιακὰ δάκρυα. Σκέφτομαι τὸ χρέος, τὴν κοινὴ
ὀφειλή μας». Κι ἀναφωνεῖ: «Θάνατε,
πῶς
μπορῶ
νὰ
σ' ἀποφύγω;»
Ζεῖ ὁ σοφὸς Γέροντας σὰ
μελλοθάνατος κι ἑτοιμάζεται
σὰν
αἰώνιος.
Ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ ἔντονη στὴ ζωή του. Ἡ ὑποταγὴ του στὸ
θέλημα τοῦ Κυρίου, καθολική. Ἡ
ἐμπιστοσύνη του, παιδική. Ἡ ἀθωότητά
του, χαρακτηριστική. Ἡ
πραότητά του, φανερή. Ἡ
ὑπομονὴ του, ἔκδηλη.
Ἡ διάκριση, ρυθμιστική. Ἡ προόραση, χάρισμα Οὐράνιο. Καθοδηγεῖ καὶ συμβουλεύει, ἐνθαρρύνει καὶ παρηγορεῖ, ὅσους
τὸν πλησιάζουν. Οἱ ἀσθενεῖς βρίσκουν τὴ θεραπεία. Οἱ νεκροὶ δέχονται τὴν ἀνάσταση.
Οἱ πλανεμένοι τὸν ὁδηγό.
Οἱ ὀλιγόπιστοι
τὸ στήριγμα. Οἱ Ἀγωνιστὲς τὸ βοηθό. «Ἔπεσες; Σήκω, πάλι καὶ πάλι», ἔλεγε.
Στὸν ἑαυτὸ του,
αὐστηρός.
Στοὺς
ἄλλους, ἐπιεικής.
Στὸν
Κύριο, ἱκέτης
θερμός. Στὴν
εὐσπλαχνία
Του,
ἐλπίζει. Στὴ δικαιοσύνη Του, ὠχριᾶ.
Τὴν
ψυχὴ
του
ἐπιμελεῖται,
σχολαστικά. Ἐνδοσκοπεῖ ἐπίμονα κι ἐπίπονα. Τὴ σάρκα καθυποτάσσει στὸ λογισμὸ,
σταθερά. Τὴν ψυχὴ, στὴ δουλεία τῶν
παθῶν,
διατηρεῖ ἀταπείνωτη.
Ἰχνηλάτης Χριστοῦ εἶναι.
Ἀναβάτης Οὐρανοῦ
γίνεται. Ἀπαθείας
χιτώνα ἐνδύεται.
Ἀρετῶν
στολισμοὺς
δέχεται.
Ἡ ἀγάπη
του
ἄδολη. Ἡ
ταπείνωση πανίσχυρη. Ἡ
στοργὴ
πρὸς τὸ
Χριστὸ ἔνθερμη.
Τὸ
τέλος τῆς ἐπίγειας ἀγωνιστικῆς του πορείας εἰρηνικό, ἀλλὰ
καὶ θαυμαστό. Τὸ πρόσωπό του ἀπαστράπτει.
Παρόντες ὁ Μ. Ἀντώνιος, ὁ Χορὸς τῶν Προφητῶν, ὁ Χορὸς τῶν Ἀποστόλων,
ὁ Χορὸς τῶν Ἀγγέλων.
Ἡ παράκλησή του θερμὴ πρὸς τοὺς Ἀγγέλους
νὰ τὸν
ἀφήσουν λίγο νὰ μετανοήσει. «Πραγματικὰ
δὲν
ἔχω τὴ
συνείδηση, ὅτι
ἔστω ἔκανα
ἀρχὴ
μετανοίας» ἀπαντᾶ σὲ ἐρώτηση
τῶν Γερόντων.
Σὲ
λίγο βλέπει τὸν Κύριο νὰ ἔρχεται
καὶ νὰ τοῦ λέει: «Φέρετέ μου τὸ
σκεῦος
τῆς
ἐρήμου». Ἀμέσως τὸ πνεῦμα παραδίδεται στὰ χέρια τοῦ Ἀγωνοθέτη
Ἰησοῦ. Ἀστραπὴ ἐπακολουθεῖ καὶ εὐωδία
ἐκχύνεται.
Ὁ Ὅσιος
Σισώης κοσμεῖ τὸ
Χορὸ τῶν Ὁσίων,
μεγαλύνει τὴν Ἁγία Τριάδα,
μεσιτεύει γιὰ ὅλους μας. Τὸν τιμᾶμε εὐλαβικὰ στὶς 6 Ἰουλίου.-